ανθολογία

ανθολογία
η
1) собирание цветов; 2) коллекционирование цветов; 3) антология

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "ανθολογία" в других словарях:

  • ἀνθολογία — ἀνθολογίᾱ , ἀνθολογία flower gathering fem nom/voc/acc dual ἀνθολογίᾱ , ἀνθολογία flower gathering fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ανθολογία — Συλλογή κειμένων που αποβλέπει να κάνει γνωστά ποιήματα ή αποσπάσματα πεζογραφημάτων, τα οποία επιλέγονται μέσα από το έργο συγγραφέων αναγνωρισμένης αξίας. Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται συνήθως στη λογοτεχνία, μπορεί όμως να σημαίνει και μουσικές …   Dictionary of Greek

  • ανθολογία — η 1. μάζεμα λουλουδιών, ανθολόγημα (βλ. λ.). 2. συλλογή εκλεκτών ποιημάτων ή πεζογραφημάτων: Την πρώτη «Ανθολογία» έκαμε ο επιγραμματοποιός Μελέαγρος τον 1ο π.Χ. αιώνα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀνθολόγια — ἀνθολόγιον collection of extracts neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Παλατινή Ανθολογία — Ανθολογία ελληνικών επιγραμμάτων που κατάρτισε ο Κωνσταντίνος Κεφαλάς (10ος αι.) …   Dictionary of Greek

  • ἀνθολογίας — ἀνθολογίᾱς , ἀνθολογία flower gathering fem acc pl ἀνθολογίᾱς , ἀνθολογία flower gathering fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνθολογίαν — ἀνθολογίᾱν , ἀνθολογία flower gathering fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀνθολογιῶν — ἀνθολογία flower gathering fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κοκκίνης, Σπύρος — (Χαλκίδα 1928 –). Βιβλιοθηκονόμος και λογοτέχνης. Σπούδασε νομικά και βιβλιοθηκονομία και σταδιοδρόμησε ως προϊστάμενος των βιβλιοθηκών της Χαλκίδας (1957 64), του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (1965 67), του Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Συμβουλίου (1968… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • Αποστολίδης, Ηρακλής — (Πύργος [σημερινή Μπουργκάς], Βουλγαρία 1893 – 1970).Δημοσιογράφος και λόγιος, διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης (1945 59). Φοίτησε στο γυμνάσιο Αδριανούπολης, στη Σχολή Γλωσσών και Εμπορίου της Κωνσταντινούπολης και, αργότερα, στο Βαρβάκειο της …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»